ΣΧΟΛΙΚΗ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ - β' τεύχος | Page 10

ΕΘΙΜΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΩΝ ΚΑΙ ΠΡΩΤΟΧΡΟΝΙΑΣ κι αυγά, βούτυρο, καβουρμά και πληγούρι. Σε περιοχές όπως η Σάντα, που δεν είχε πολλά οπωροφόρα δέντρα, τα δώρα ήταν αποκλειστικά φρούτα, ενώ στην Ορτού συνήθιζαν να βάζουν πάνω στα φρούτα και μερικές δεκάρες. Ένα άλλο δώρο που συνήθιζαν να δίνουν, ήταν τα "κολόθα", που ήταν μικρά τσουρέκια που έμοιαζαν με γλυκό ψωμί. Χριστός γεννέθεν, χαρά σον κόσμον χα, καλή ώρα, καλή σ' ημέρα Χα, καλόν παιδίν οψέ γεννέθεν οψέ γεννέθεν, ουρανοστάθεν. « ΠΟΝΤΙΑΚΑ ΚΑΛΑΝΤΑ » Τα Ποντιακά Κάλαντα συνοδεύονταν από την πατροπαράδοτη ποντιακή λύρα και τα έψελναν μικροί και μεγάλοι, χωρισμένοι σε μικρές ομάδες. Επισκέπτονταν όλα τα σπίτια του χωριού, την παραμονή ή ανήμερα της γιορτής, κυρίως μετά τη δύση του ήλιου. Καθώς όμως τα περισσότερα χωριά του Πόντου βρίσκονταν σε ορεινές περιοχές και τα κάλαντα ψέλνονταν κατά τη χειμερινή περίοδο, οι μορφολογικές και κλιματολογικές συνθήκες ανάγκαζαν μικρούς και μεγάλους να ψέλνουν τα κάλαντα και κατά τη διάρκεια της ημέρας. Οι "καλαντάδες" (ραψωδοί) εκτός από τη συνοδεία της λύρας, φρόντιζαν να φέρνουν μαζί τους και ένα στολισμένο καράβι, φτιαγμένο από χαρτόνι και λεπτό σανίδι για να εντυπωσιάσουν τους νοικοκυραίους. Συνήθως φώτιζαν τα καραβάκια τους με κεριά, ενώ κάθε ομάδα προσπαθούσε να φτιάξει το πιο όμορφο και φανταχτερά στολισμένο, εν είδη συναγωνισμού. Τα Ποντιακά Κάλαντα των Χριστουγέννων, που είναι και τα πιο διαδεδομένα, περιέχουν όλη τη ζωή του θεανθρώπου, από τη στιγμή της Γέννησης του, μέχρι τη στιγμή της Σύλληψης του, χωρίς όμως να προχωρούν και στη Θανάτωση του, γεγονός που θα ερχόταν σε αντίθεση με το χαρμόσυνο γεγονός των Χριστουγέννων. Οι νοικοκυραίοι ανάλογα με την περιοχή, έδιναν στους καλαντάρηδες φρούτα, ξηρούς καρπούς (καρύδια, φουντούκια, σταφίδες κλπ .), αλλά ακόμη Το εγέννεσεν η Παναΐα Το ενέστεσεν αϊ-Παρθένος. Εκαβάλκεψεν χρυσόν πουλάρι και εκατήβεν σο σταυροδρόμι. Έρπαξαν άτόν οι χιλ' Εβραίοι χίλ' Εβραίοι και μίρ' Εβραίοι. Ασ' ακρέντικα κι άσ' σην καρδίαν αίμαν έσταξεν, χολήν κι εφάνθεν. ούμπαν έσταξεν και μύρος έτον μύρος έτον και μυρωδία. Εμυρίστεν ατ' ο κόσμον όλεν για μυρίστ' άτό και σύ αφέντα. Σύ αφέντα, καλέ μ' αφέντα Έρθαν τη Χριστού τα παλικάρια και θυμίζνε το νοικοκύρην νοικοκύρη μ και βασιλέα. Δέβα σο ταρέζ και ελα σην πόρτας δως μας ούβας και λεφτοκάρια κι αν ανοι'εις μας χαραν σην πόρτα 'σ. Καλα Χριστούγεννα και εις έτη πολλά. Π.Α.ΣΤ2΄ 9