ΠΤΗΣΗ 2015 February 2015 #345 | Page 65

δόσεων γενικότερα . Οι μικρότεροι και περισσότερο συμπαγείς κινητήρες επέτρεψαν την επανασχεδίαση τής ατράκτου με την τοποθέτησή τους στην οροφή τής καμπίνας , αν και οι βασικές διαστάσεις παρέμειναν ίδιες . Το νέο μοντέλο εξελίχθηκε ( ως V-2 σε επίπεδο πρωτοτύπου ) στη Ρωσία , αλλά η παραγωγή του ανατέθηκε τελικά στην PZL-Swidnik , η οποία κατασκεύασε σχεδόν 5.500 ελικόπτερα μέχρι και το 1993 · περίπου το 40 % από αυτά για στρατιωτική χρήση για όλες τις χώρες του Συμφώνου της Βαρσοβίας αλλά και εξαγωγικούς πελάτες της ΕΣΣΔ . Το αρχικό πολωνικό Mi-2 πέταξε για πρώτη φορά τον Νοέμβριο του 1963 , ενώ περίπου έναν χρόνο αργότερα ο τύπος μπήκε σε μαζική παραγωγή με την πολωνική και τη ρωσική υπηρεσία να ακολουθούν το 1965 . Η 41 BLSz άρχισε να παραλαμβάνει SW-4 το 2006 και ο στόλος των 24 ολοκληρώθηκε το 2010 με τον τύπο να αποτελεί πλέον το κύριο πολωνικό ελικόπτερο εκπαίδευσης , μέχρι και τρεις φορές οικονομικότερο ανά ώρα πτήσης συγκριτικά με το Mi-2 . Το ελικόπτερο όμως , αν και πολύ πιο σύγχρονο , αποδεικνύεται και πολύ πιο δύσκολο στην πτήση ή όπως το έθεσε ένας από τους εκπαιδευόμενους που είχαμε την ευκαιρία να συναντήσουμε : « Τo SW-4 είναι ο πήχης σε δυσκολία . Ειδικά η αιώρησή του είναι το πρόκριμα στο να αισθανθεί κάποιος πιλότος ελικοπτέρου …, όταν βέβαια το κατορθώσει ». Το νεότερο ελικόπτερο είναι επίσης πολύ πιο ευάλωτο σε πλευρικούς ανέμους , ενώ ο σχετικά ασθενικός κινητήρας κάνει τις επιδόσεις του να « υποφέρουν » ειδικά σε υψηλές θερμοκρασίες περιβάλλοντος . Επιπλέον και λόγω έλλειψης αντιπαγωτικού συστήματος δεν είναι κατάλληλο για επιχειρήσεις IFR . Ωστόσο έχει το μεγάλο πλεονέκτημα του σύγχρονου πιλοτηρίου που περιλαμβάνει GPS και καταγραφέα δεδομένων πτήσης . Στοιχεία μάλιστα του τελευταίου μπορούν να μεταφερθούν με μαγνητικό μέσο σε εξομοιωτή για απενημέρωση . Ειδικά σε κάποια ( περίπου στα μισά ) από τα ελικόπτερα της 41 BLSz είναι τοποθετημένο και ένα σύστημα προσομοίωσης βλαβών για την ειδική εκπαίδευση των χειριστών , που όμως θα καταστεί περιττό με τη διαθεσιμότητα τού εξομοιωτή που προαναφέρθηκε . Έτσι το « Hoplite » διατηρείται σε χρήση , καθώς είναι δικινητήριο και επιτρέπει την προετοιμασία για μεγαλύτερους επιχειρησιακούς τύπους , ενώ μπορεί να χρησιμοποιηθεί και για εκπαίδευση IFR . Εξακολουθεί να είναι εξαιρετικά αγαπητό , καθώς είναι « πολύ πιο σταθερό και με περισσότερη διαθέσιμη ισχύ όταν χρειάζεται », όπως αναφέρουν εκπαιδευτές και εκπαιδευόμενοι . Η ηλικία του βέβαια έχει δρομολογήσει εδώ και καιρό σχέδια για αντικατάστασή τους χωρίς όμως να υπάρχει ακόμη σχετικό χρονοδιάγραμμα , αν και στο βραχυπρόθεσμο μέλλον θα υπάρξει η ανάγκη ενός δικινητηρίου ελικοπτέρου εκπαίδευσης , για να υποστηρίξει τον μελλοντικό στόλο νέων αεροσκαφών ( βλέπε παρακάτω ).
Το εκπαιδευτικό πρόγραμμα
Οι πιλότοι των ελικοπτέρων και των αεροπλάνων ( εκτός των μαχητικών ) των πολωνικών ενόπλων δυνάμεων προέρχονται από δύο διαφορετικούς άξονες εξέλιξης . Κάποιοι
SW-4 « Solo » RUAS / OPH platform ( Rotorcraft Unmanned Air System / Optionally Piloted Helicopter )
PZL-Swidnik SW-4
Η PZL-Swidnik βάσει της εμπειρίας που αποκτήθηκε με το Mi-2 , κυρίως με την εξέλιξη εκδόσεων και βελτιωμένων μοντέλων του , προχώρησε στα τέλη της δεκαετίας του 70 στη σχεδίαση τού μεγαλύτερου και υψηλότερων επιδόσεων W-3 Sokοl (« Γεράκι ») που πρωτοπέταξε στις 16 Νοεμβρίου του 1979 . Το επόμενο βήμα στις αρχές της δεκαετίας του 80 ήταν η ανάπτυξη ενός ελαφρού ελικοπτέρου 4 / 5 θέσεων , αν και η διαδικασία ήταν πολύ πιο « διστακτική » απ ’ ό , τι του W-3 . Το αρχικό πρόπλασμα που παρουσιάστηκε στα μέσα της δεκαετίας χρησιμοποιούσε έναν αξονοστρόβιλο PZL Rzeszow GTD-350 που προερχόταν απευθείας από τη δικινητήρια διάταξη του Mi-2 και απέδιδε 400 ίππους με αναμενόμενη μέγιστη ταχύτητα 130 κόμβων ( 240 km / h ). Η σχεδίαση παρέμεινε μετέωρη για μία σχεδόν δεκαετία και ήταν μόλις το 1992 , όταν αποφασίστηκε η συνέχιση του προγράμματος , αν και απαιτήθηκε ριζική ανασχεδίαση , που οδήγησε στην εμφάνιση ενός νέου SW-4 με κινητήρα Allison 250- C20R των 336 kW ( 457 shp ) και αεροδυναμικές αλλαγές στην άτρακτο και την ουρά το 1995 . Οι δοκιμές ενός στατικού προτύπου ξεκίνησαν τον Δεκέμβριο του 1994 , ενώ δύο πτητικά πρωτότυπα πέταξαν στο τέλος του 1996 και στις αρχές του 1997 . Η PZL-Swidnik επεδίωκε την πιστοποίηση κατά FAA FAR Part 27 στοχεύοντας κυρίως στην πολλά υποσχόμενη αμερικανική αγορά . Τη συγκεκριμένη περίοδο στην Ευρώπη αλλαγές στους κανονισμούς προοιώνιζαν την απαγόρευση πτήσεων σε μονοκινητήρια ελικόπτερα πάνω από αστικές περιοχές , λόγος για τον οποίο προωθήθηκε η εξέλιξη μιας δικινητήριας έκδοσης . Δρομολογήθηκε επίσης και η πιστοποίηση του τύπου με τον ισχυρότερο Pratt & Whitney Canada PW200 με την εκτίμηση ότι θα έκανε το μοντέλο περισσότερο ελκυστικό για ορισμένες εφαρμογές , όπως η υποστήριξη αστυνομικών επιχειρήσεων , η επιτήρηση συνόρων , η μεταφορά τραυματιών και η εκπαίδευση . Η δέσμη όμως των πιστοποιήσεων καθυστερούσε , καθώς η ομάδα εξέλιξης τού προγράμματος αντιμετώπισε προβλήματα στην αξιοπιστία της κεφαλής τού στροφείου , που απαίτησε τελικά μια υψηλού κόστους ανασχεδίαση η οποία επεκτάθηκε στο κιβώτιο μετάδοσης και στο υδραυλικό σύστημα . Όταν τελικά το μοντέλο απέκτησε αμερικανική πιστοποίηση , παρά την αρχική αισιοδοξία , αποδείχθηκε ελάχιστα εμπορικό , καθώς αδυνατούσε να ανταγωνιστεί τα εδραιωμένα αντίστοιχα αμερικανικά και ευρωπαϊκά ελικόπτερα τής κατηγορίας , σε μια αγορά που επιπλέον ήταν πληθωρική σε προτάσεις . Οι απαιτήσεις του πολυδάπανου δικτύου υποστήριξης , αλλά και η οικονομική ύφεση στις ΗΠΑ στις αρχές της δεκαετίας του 2000 υπήρξαν άλλοι δύο παράγοντες που οδήγησαν τελικά την PZL-Swidnik στην αποχώρησή της από την αμερικανική αγορά , ενώ η εμπορική της προσπάθεια στην Ευρώπη δεν ξεκίνησε καν και όλες οι άλλες εξελίξεις « πάγωσαν ». Έτσι οι μοναδικές πωλήσεις του SW-4 περιορίστηκαν στα ελικόπτερα που αγοράστηκαν από τις πολωνικές ένοπλες δυνάμεις , συμπεριλαμβανομένων των 24 στη σχολή τού Deblin . Το 2006 η PZL-Swidnik υπέγραψε συμφωνία συνεργασίας με την κινεζική Hongying για την κατασκευή κατόπιν αδείας του ελικοπτέρου για την κινεζική-ασιατική αγορά , με το πρώτο από αυτά να πετά στις 25 Φεβρουαρίου 2010 . Η εξαγορά της πολωνικής εταιρείας από την AgustaWestland το 2010 δημιούργησε νέο πλαίσιο προϋποθέσεων για τα προϊόντα της , συμπεριλαμβανομένου και του SW-4 που τοποθετήθηκε στη βάση της κλίμακας μοντέλων του ιταλικού κολοσσού σε άμεσο ανταγωνισμό με το Eurocopter EC120 . Η AgustaWestland ανακοίνωσε ευρύ εκσυγχρονισμό όλων των μοντέλων της PZL-Swidnik , ώστε να καταστούν πιο ανταγωνιστικά . Το 2011 παρουσιάστηκε για πρώτη φορά το πρόγραμμα του μη επανδρωμένου / επιλεκτικά επανδρωμένου SW-4 Solo , το πρωτότυπο τού οποίου εμφανίστηκε στην πολωνική έκθεση αμυντικού υλικού MSPO 2012 , αποσπώντας το ενδιαφέρον του πολωνικού υπουργείου Άμυνας αλλά και αρκετών ασιατικών και μεσανατολικών χωρών .
02 / 2015 65