ΠΕΡΠΑΤΩΝΤΑΣ ΜΕ ΤΟΝ ΔΗΜΗΤΡΗ ΧΑΤΖΟΠΟΥΛΟ ΣΤΑ ΒΟΥΝΑ ΤΗΣ ΔΥΤΙΚΗΣ ΑΤΤΙΚΗΣ ΔΥΤΙΚΗ ΑΤΤΙΚΗ-ΧΑΤΖΟΠΟΥΛΟΣ | Page 27

Χωρική ίδρυσε και επεμελήθη την πηγήν, παρά την οποίαν τρέμουν αναδροσιστικά τα αργυρά φυλλώματα σκιερού τετραλεύκου. Χωρικοί και χωρικαί φέρουν τα ζώα των προς πότισμα εις την βρύσιν. Το νεράκι της μας δίδει δυνάμεις να αναβώμεν εις αντικρυνόν βουνόν του Κιθαιρώνος, όπως τον καμαρώσωμεν καλλίτερα. Εις τα πεύκα του βράχου είνε στάνη και διόλου φιλική δεν ήτο η υποδοχή μας από τα τσοπανόσκυλα. Οι βοσκοί, δύο έφηβοι, πυκνόμαλλοι και γαληνόφθαλμοι, φαίνονται επιεικέστεροι. Δεν δυσαρεστούνται από την αφύπνισιν των, καθώς εκοιμούντο παρά τον πλευρόν των προβάτων, που είχαν μαζευθή ως φαιά κουβάρια κάτωθεν των δένδρων. Είνε τόσον καλοί, ώστε δεν αρνούνται να αλμέξουν εις μίαν τόσον ακατάλληλον ώραν τα πρόβατά των προς χάριν μας. Ακούομεν με εμβρίθειαν τον σφυρικτικόν ήχον, που αφίνει το γάλα, εκφεύγον από τους μαστούς των ηρεμούντων ζώων με λεπτήν λευκήν γραμμίτσαν εις το μετάλλινον δοχείον. Ένας σύντροφος γοητεύεται τόσον από την λιγνόψηλην γκλίτσαν των βοσκών, ώστε προσφέρει αρκετά μυθικόν ποσόν δι αυτήν και την αποκτά με θριαμβευτικήν ικανοποίησην. Η ορεινές πούντες της Στερεάς εφεύγουν εις την γαλάζιαν θάλασσαν του Κορινθιακού, τα βουνά της Πελοποννήσου διαγράφονται εις το μαρμαίρον φως της μεσημβρίας ως διαφανείς φαιόλευκοι γάζες. Είνε θεάμα παράδοξον και αλλόκοτον και μας ελκύει την προσοχήν πολλήν ώραν. Είμεθα αδιόρθωτοι χάχηδες και ζητούμεν συγνώμην. Αλλά τι μειδίαμα σκούρας κυανής βλαστήσεως είνε ο κεντρικός πύργος του Κιθαιρώνος εκεί αντικρύ μας. Το πυρ, το οποίον προ τεσσάρων ετών ηφάνισε όλην την βλάστησιν των πεύκων των γύρω βουνών του και τα παρουσιάζει τώρα γυμνά ως τριχοφυούντα κρανία, εσεβάσθη το περίλαμπρον κυανίζον ένδυμα των ελατών του Κιθαιρώνος. Προσδίδουν εις τον υψηλόν κώνον του τόσον βοστρυχώδη διάκοσμον. Μπορεί να ζητήση κανείς άλλην εκλεκτοτέραν μεσημβρινήν απόλαυσιν από το τρισευχάριστον εκείνο θέαμα ; Έχει ακόμη και την εντύπωσιν του εκτεθέντος εκεί επάνω Οιδίποδος. Αρκεί να παρατηρήση τους ιδικούς του άθλιους πόδας μετά την ευτυχή εκείνην πεζοπορείαν. ΠΕΖΟΠΟΡΟΣ [22]