Ημεροδρόμος- Ειδικές εκδόσεις Μέρες του Δεκέμβρη ΄44 | Page 305

Υπεράνθρωποι θυσίαι, κόποι, κακουχίαι, στερήσεις,ψύχος βαρέως χειμώνος, υπερνικήθησαν. Σφίγγουμε θερμά το χέρι απασών των διοικήσεων και του Γενικού Στρατηγείου του θρυλικού ΕΛΑΣ. Ο Αγώνας δια την πολιτικήν ανεξαρτησίαν και λαικήν κυριαρχίαν θα συνεχισθεί με την ίδια ορμή που άρχισε. Η νίκη είναι βέβαια. Είναι νίκη του Ελληνικού Λαού. 31-12-44 Η Κεντρική Επιτροπή του ΕΛΑΣ». Ο «κύριος πόλισμαν» και η κόκκινη πιτζάμα του Μίμη Φωτόπουλου Ο Μίμης Φωτόπουλος, ο σημαντικός αυτός ηθοποιός πιάστηκε από τους κυβερνητικούς την παραμονή της Πρωτοχρονιάς του ’45 και στάλθηκε εξορία στην Ελ Ντάμπα μαζί με χιλιάδες άλλους έλληνες. Τη σύλληψή του και τις μέρες της εξορίας στη Βόρεια Αφρική περιέγραψε στο βιβλίο του «Όμηρος των Εγγλέζων-Ελ Ντάμπα»: « Κ’ ήρθε η παραμονή της Πρωτοχρονιάς… Μεσημέρι, καθώς γύριζα από το καθημερινό προσκύνημα στο καμμένο μου σπίτι, στάθηκα στην πλατεία Κολωνακίου και κοιτούσα κάτι τραπεζάκια με πρωτοχρονιάτικα παιχνίδια. Και το Δεκέμβρη του σαραντατέσσερα, το Κολωνάκι δεν εννοούσε ν’ αφήσει καμιάν από τις παλιές του συνήθειες. Κοίταζα αυτά τα θλιβερά παιχνίδια και το μυαλό μου ταξίδευες σ’ άλλες εποχές , ειρηνικές (…) Ξαφνικά ένα βάναυσο χέρι μου χτύπησε τον ώμο. Γυρίζω και βλέπω έναν ταξιθέτη. Δεν είχαμε δουλέψει ποτέ στο ίδιο θέατρο, δεν είχαμε μιλήσει ποτέ, μα τον ήξερα «εξ όψεως» και «εκ φήμης». Ήτανε το πασίγνωστο τομάρι του Θεάτρου, ο «Αποστόλης». Αυτόν τον άνθρωπο, και χωρίς να τον ξέρεις, μόνο να τον έβλεπες, ανατρίχιαζες από αηδία. Μιλούσε και σκόρπαγε κύματα αντιπάθειας., κι όταν σου χαμογελούσε, ένιωθες ανακατοσούρα στο στομάχι σου, και στο πετσί σου περπατούσανε κοπάδια σαρανταποδαρούσες. -Τι τρέχει, κύριε Αποστόλη; του λέω. -Τίποτα, μου λέει… μια μικρή ανάκριση, κι έκανε σινιάλο σ’ έναν ανθυπολοχαγό που τον συνόδευε. Εκείνος, που στο πηλίκιο του είχε ένα στέμμα που ’μοιαζε με μεγάλο καβούρι, έβγαλε μια πιστόλα δυό σπιθαμές, τη γύρισε καταπάνω μου, με