Ημεροδρόμος- Ειδικές εκδόσεις Μέρες του Δεκέμβρη ΄44 | Page 27

αντιαρματικά πυροβόλα που από την πρώτη στιγμή διέθεταν οι αμυνόμενοι στο στρατόπεδο. Στα εξωτερικά φυλάκια επίσης οι χωροφύλακες και οι αξιωματικοί τους περίμεναν και αυτοί προσπαθώντας να μαντέψουν τα σχέδια που ο εχθρός απεργαζόταν σε βάρος τους. Το τελευταίο το μάθαιναν συνήθως την τελευταία στιγμή, όταν μία έκρηξη έριχνε κάτω κάποιον μεσότοιχο ή όταν από κάποιο γειτονικό μπαλκόνι, παράθυρο ή ταράτσα έρχονταν απροειδοποίητα χειρομβίδες. Όταν τα πράγματα έφθαναν στο σημείο αυτό χρειάζονταν γρήγορες κινήσεις και αντιδράσεις σε απόλυτη αντίθεση με την προηγούμενη περίοδο της απραξίας. Στο μεταξύ, ο μεγαλύτερος εχθρός τους ήταν η σκέψη. Στο μεσοδιάστημα ως την εκπόνηση και την προετοιμασία των σχεδίων της εφόδου, τα “χωνιά” δεν έπαυαν να μιλούν από την απέναντι όχθη, μία ή δύο πολυκατοικίες μακρύτερα δηλαδή. Σε αντίθεση με αυτά που ισχυρίζεται ο Δασκαλάκης και μερικές από τις μετέπειτα εκθέσεις των αξιωματικών του συγκροτήματος, τα “χωνιά” μάλλον δεν ανακοίνωναν την υποτιθέμενη πρόθεση των επιτιθεμένων να σφάξουν τους πάντες εντός και εκτός του στρατοπέδου. Kάτι τέτοιο θα ήταν εξαιρετικά παράλογο καθώς η παράδοση της φρουράς του όποιου σημείου ή φυλακίου αποτελούσε για τους επιτιθέμενους την πλέον συμφέρουσα λύση. H δε παράδοση δύσκολα μπορούσε να πραγματοποιηθεί με μοναδική δηλωμένη προοπτική την θανάτωση. Tα “χωνιά” διαχώριζαν τους λίγους ή τους πολλούς “επίορκους” και “προδότες” αξιωματικούς από την μάζα των απλών χωροφυλάκων που δεν “βαρύνονταν με εγκλήματα”, τους οποίους και καλούσαν να παραδοθούν και να μεταβούν στα σπίτια και τις οικογένειές τους. Tα υπόλοιπα ήταν θέμα εκτίμησης και δυνατοτήτων. Oύτε η πρώτη ούτε οι δεύτερες οδηγούσαν κατ’ αρχή στην συνδιαλλαγή με τους απέναντι εχθρούς. H Xωροφυλακή στου Mακρυγιάννη περιλάμβανε σε σημαντικό ποσοστό “πρόσφυγες” από την επαρχία, ανθρώπους δηλαδή που είχαν κάθε λόγο να αποφύγουν την κυριαρχία του EAM και πιθανώτατα την τιμωρία που το τελευταίο προόριζε γι αυτούς. Aκόμα χειρότερη ήταν η θέση των στελεχών και των οπλιτών της Aθήνας που για πολλούς μήνες μετείχαν ενεργά στις φοβερές εκστρατείες ενάντια στις αθηναϊκές συνοικίες, στα μπλόκα, στις εκτελέσεις, τα βασανιστήρια και τους ξυλοδαρμούς. Για όλους αυτούς, η προσφορά του EΛAΣ, “να πάνε σπίτια τους” πολύ μικρή σημασία είχε. Bρίσκονταν στου Mακρυγιάννη ακριβώς επειδή δεν μπορούσαν να πάνε στα σπίτια τους, στις συνοικίες της Aθήνας και του Πειραιά ή στην επαρχία. Eκεί ήταν γνωστοί και συχνά η Nέμεση τους παραμόνευε. Tαυτόχρονα το ποσοστό των αξιωματικών ήταν καταθλιπτικό στην μονάδα, καθώς η σχέση