Ημεροδρόμος- Ειδικές εκδόσεις Μέρες του Δεκέμβρη ΄44 | Page 242

Λόχου στη Μέση Ανατολή) ειδοποίησε το φρουραρχείο πως στις 8.10 ο ΄Αγγλος ταξίαρχος θα βρίσκεται στο ξενοδοχείο «Αιγαίο» και θα έπρεπε να βρίσκονται εκεί τα μέλη της Νομαρχιακής Επιτροπής του ΕΑΜ, οι διοικητές του ΕΛΑΣ και της Πολιτοφυλακής και ο φρούραρχος Μυτιλήνης για να συζητήσουν μαζί του. Στο μεταξύ η διοίκηση του ΕΛΑΣ έδωσε το σύνθημα της γενικής επιφυλακής, έβγαλε ένοπλες περιπολίες, και τα χωνιά σε όλες τις γειτονιές καλούσαν το λαό σε γενική κινητοποίηση: «Οι δολοφόνοι του γενναίου λαού της Αθήνας και του Πειραιά, ο Παπανδρέου και ο Σκόμπι, θέλουν να ματοκυλίσουν και το ηρωικό νησί μας, θέλουν να φέρουν μια μαύρη τρομοκρατία για να μας υποδουλώσουν. Εξι πλοία με αραπάδες βρίσκονται στο λιμάνι της Μυτιλήνης. Νιάτα και λαέ! Εμπρός, όλοι άντρες, γυναίκες και παιδιά να ζητήσουμε να φύγουν απ' το νησί μας οι μαύροι. Θάνατος στο φασισμό - Λευτεριά στο λαό!». Παράλληλα κηρύχθηκε γενική απεργία και πλήθη λαού άρχισαν να κατακλύζουν την παραλία. Οι έλληνες εκπρόσωποι που πήγαν στο ξενοδοχείο βρήκαν μόνο τον Τσιγάντε που τους ανακοίνωσε ότι τα ινδικά στρατεύματα θα αποβιβαστούν και διαβεβαίωσε πως δεν πρόκειται ν’ αλλάξει το καθεστώς που επικρατούσε στο νησί. Η απάντηση ήταν κατηγορηματική: Τα ινδικά στρατεύματα δεν είχαν καμιά δουλειά στο νησί και πως κάθε προσπάθεια για απόβαση θα αποτελούσε πρόκληση την ώρα που στην Αθήνα γινόταν πόλεμος. Στις εννιά το πρωί από ένα σκάφος άρχισαν να επιβιβάζονται σε μια τορπιλάκατο πάνοπλοι ινδοί στρατιώτες. Ο κόσμος που ήταν μαζεμένος στο λιμάνι έσπασε τα σύρματα και φωνάζοντας «πίσω δεν σας θέλουμε» προσπαθεί να εμποδίσει τους ινδούς να βγουν στην προκυμαία. Οι Άγγλοι αξιωματικοί σαστίζουν, η τορπιλάκατος κάνει ανάποδα και στρέφεται προς τα «μπλόκια». Όλος ο κόσμος τρέχει προς τα ’κει. Η επιτροπή συναντιέται με τον ταξίαρχο Τόρνμπουλ και του επαναλαμβάνει πως δεν πρόκειται να επιτραπεί η αποβίβαση των αποικιακών στρατευμάτων. Το απόγευμα αρχίζει να συρρέει στη Μυτιλήνη κατά χιλιάδες ο κόσμος από τα χωριά. Άντρες και γυναίκες οπλισμένοι άλλοι με παλιές χατζάρες, άλλοι με κασμάδες, άλλοι με τσεκούρια και ξύλα. Σ’ όλους τους δρόμους που οδηγούν στο λιμάνι στήνονται οδοφράγματα με πέτρες, αναποδογυρισμένους αραμπάδες, βαρέλια, ότι βρει ο καθένας το φέρνει για να φράξει το δρόμο.