Ημεροδρόμος- Ειδικές εκδόσεις Μέρες του Δεκέμβρη ΄44 | Page 104

στην πεινασμένη Αθήνα, ανάμεσα σ’ εγγλέζικα τανκς, που ξερνούσανε θάνατο, ανάμεσα σ’ εγγλέζικα αεροπλάνα που γαζώνανε με σφαίρες τα σπίτια, ανάμεσα σε μαυραγορίτες και παραρτήματα. Που και που άκουγες πως κάποιον γνωστό σου τον έφαγε μια «αδέσποτη». Το φουκαρά! Έκανε τόσον αγώνα να γλυτώσει από την πείνα, από τους Γερμανούς, από τους τσολιάδες, από τα μπλόκα και τώρα , στο τέλος, να πάει από μιάν αδέσποτη! Μόνο λίγες σταγόνες αίμα είχανε ραντίσει το πεζοδρόμιο. Που σε λίγο θα τις πατούσανε και θα σβήνανε κι αυτές για πάντα. Μπορεί και νάναι καλύτερα έτσι…Ποιος ξέρει, τι θα τραβήξουμε εμείς ακόμα. Από τις δώδεκα ως τις δυό, το μεσημέρι, ήτανε δυό ώρες «ανακωχής», στην Αθήνα. Κ’ έπαιρνα τους δρόμους… Κάθε τόσο άκουγα γύρω μου: «Πιάστε τον, πιάστε τον», κ’ ένα έξαλλο πλήθος ορμούσε πάνω σ’ ένα άνθρωπο. -Τι ‘ναι, βρε απιδιά; -Κουκουές. -Πιάστε τον ! Έφτανε κάποιος να πετάξει τη λέξη «Κουκουές», και ριχνόντουσαν οι «αγανακτισμένοι πολίτες» να σε λυντσάρουνε. Ωραίες, αξέχαστες εποχές! Ο περίπατός μου ήτανε πάντα ως το καμμένο μου σπίτι. Ένα καθημερινό προσκύνημα. Δεν ήθελα να πιστέψω ακόμα, πως το κάψανε, νόμιζα πω όλη τούτη η ιστορία ήταν ένας εφιάλτης που θα περνούσε γρήγορα. Ξεκλείδωνα την πόρτα, (γιατί οι Εγγλέζοι τούχανε ρίξει από πάνω εμπρηστικές, κι απ’ έξω είχε μείνει σχεδόν ανέπαφο) κ’ έμπαινα στα ερείπια. Ο ουρανός έρριχνε αρκετό φως , κ’ εγώ έψαχνα μέσα στις στάχτες, κι όλο ανασκάλευα μη και βρω «κάτι». Τι να ‘βρισκα! Δεν υπήρχε περίπτωση να βρω τίποτα, γιατί, φυσικά, πολύτιμους λίθους, που δεν καιγόντουσαν, δεν είχαμε ποτέ στο σπίτι μας. Ωστόσο, έψαχνα, έψαχνα, έψαχνα, με μιάν ήρεμη απελπισία…». « Το ΕΑΜ πέτυχε διανομή τροφίμων» Από την πρώτη σελίδα του Ριζοσπάστη (10.12.1944): « Η Κεντρική επιτροπή του ΕΑΜ αποφάσισε να γίνει από τις Λαϊκές Επιτροπές διανομή επιταγμένων τροφίμων σε τιμές λογικές, για να σταματήσουν οι εκμεταλλευτικές τάσσεις των μαυραγοριτών.