Ανθρώπων Έργα Ιούνιος 2015 | Page 280

Ανθρώπων Έργα Ανθρώπων Έργα ήμουν μια λακκούβα στο πιο στενό δρομάκι μια βροχερή μέρα. Μια λακκούβα που γέμιζε νερό και ήταν έτοιμη να ξεχειλίσει από την αναμονή. Κρατώντας αυτή την επιθυμία μου κρυφή φοβούμενος μήπως τον στενοχωρήσω αν τυχόν έπαιρνα την πρωτοβουλία να αρχίσω πρώτος εγώ το δικό του δυστοπικό παιχνίδι, σώπαινα και περίμενα. Μέχρι που τα παιδιά μου μεγάλωσαν και το σπιτικό μου άδειασε από τις φωνές, τα τρεχαλητά και την ζωντάνια τους. Ένα απόγευμα εγώ και η γυναίκα μου πήγαμε να επισκεφτούμε τους γονείς μου. Ο πατέρας μου τα τελευταία δύο χρόνια ήταν καθηλωμένος στο κρεβάτι και ζούσε μακριά από την ενεργητικότητα που τον χαρακτήριζε και τον ευχαριστούσε ως νεαρό. Θες να πετάξεις;”, έσφιξε τον καρπό μου σαν μου μαρτυρούσε το πιο κρυφό του μυστικό. Μόλις φτάσαμε στο πατρικό μου η γυναίκα μου προσφέρθηκε να βοηθήσει την μητέρα μου με τους καφέδες, ενώ εγώ κατευθύνθηκα στο υπνοδωμάτιο των γονιών μου. Ο πατέρας μου με μια αρμονία, σαν άλλοτε, ακουμπούσε σε τρία μαξιλάρια και διάβαζε ξαπλωμένος την εφημερίδα του. Ξαφνικά θυμήθηκα εκείνο το κυριακάτικο μεσημέρι και η ελπίδα ιχνηθετήθηκε μέσα μου σαν φωσφορίζουσα ουσία. Μόλις αντιλήφθηκε την παρουσία μου με προσκάλεσε να κάτσω στο πλευρό του, χάιδεψε τον ώμο μου και μου είπε σιγανά: “Γιε μου τα χρόνια πέρασαν μα δεν ξέχασα..Περίμενα την στιγμή που μέσα σου όλα θα ήταν ήρεμα, μεστωμένα αλλά και ευέλικτα σαν ακριβό μέλι. Παιδί μου απάντησε μου τώρα. 280 Ανθρώπων Έργα | Τεύχος 7 | Ιούνιος 2015 Εγώ παρόλα τα χρόνια που ανέμενα την ερώτηση εκείνη, παρόλες τις απαντήσεις που είχα στήσε