Ανθρώπων Έργα Ιούνιος 2014 | Page 230

Ανθρώπων Έργα “Δεν έπρεπε να ανακατέψω κρασί με μπύρα. Πάντα με πειράζει ο συνδυασμός” σκέφτομαι. Και τώρα είμαι στα αλήθεια ταπί και ψύχραιμος. Δεν έχω λεφτά ούτε για τσιγάρα. “Θα περάσω αύριο από τη Τζο ή από τα παιδιά να μου δανείσουν κανένα ψιλό” σκέφτομαι, καθώς προσπαθώ για πολλοστή φορά να ανοίξω την είσοδο της πολυκατοικίας. “Θα χάλασε η κλειδαριά” σκέφτομαι και κάθομαι στο πεζούλι της εισόδου ζαλισμένος. Σε λίγη ώρα εξάλου ξημερώνει. “Τι κάνεις εκεί; Ξύπνα καλέ, ξύπνα σου λέω.” Νιώθω ένα σκούντηγμα στον ώμο και σηκώνοντας τα μάτια, βλέπω την κυρά-Μαρία να με κοιτάζει θυμωμένη. “Ξέρετε, μάλλον χάλασε η κλειδαριά. Περίμενα να ξημερώσει για να μην ενοχλήσω” της λέω διστακτικά. “Δεν θέλουμε πλασιέ εδώ. Αλλά σιγά μην είσαι πλασιέ. Νεαρέ, να πας αλλού να ζητιανέψεις. Άντε φύγε τώρα.” Κοιτάζω τα ρούχα μου σαστισμένος. Σίγουρα δεν είμαι στην τρίχα, αλλά δεν περνιέμαι και για ζητιάνος. Για ξενυχτισμένος, θα έλεγα ότι δεν είμαι και σε άσχημη κατάσταση. 230 | Ανθρώπων Έργα | Τεύχος 5 | Ιούνιος 2014 Ανθρώπων Έργα “Κυρά-Μαρία ο Άκης είμαι.” Η κυρά-Μαρία δεν φαίνεται να καταλαβαίνει κι αναγκάζομαι να συνεχίσω τις εξηγήσεις βαριεστημένα, αλλά ευ