Ανθρώπων Έργα Απρίλιος 2015 | Page 298

Άννα Βασιλειάδη-Δαρδάλη Και η τύχη βοηθάει τους άχρηστους πώς, έχουν κι αυτοί το μερίδιο της ευθύνης τους. Άλλωστε δεν είχαν και λίγα να κερδίσουν απ’ τη συναλλαγή αυτή... Τώρα θα έπρεπε να τις συγχωρέσουν. - Μη γίνεσαι κακός, Γιωργή, απάντησε η Σμαρούλα. Λεν πως ο θάνατος και ο πόνος ενώνει τους ανθρώπους... - Ενώ η χαρά και η επιτυχία τους χωρίζει, αντιγύρισε ο Γιωργής πριν εκείνη προλάβει να τελειώσει τη φράση της. Τότε ο καθένας το απολαμβάνει μόνος του, έτσι δεν είναι; Δεν θυμάμαι να μας επισκεφτήκατε όταν όλα σας πήγαιναν καλά... ή μήπως κάνω λάθος; συνέχισε ειρωνικά. Τις σιχαινόταν ακόμη ο Γιωργής, ποτέ δεν έπαψε να τις σιχαίνεται και να τις θεωρεί αποκλειστικές υπεύθυνες για το κατάντημά τους. Άμυαλες, ανόητες, παραδόπιστες... Η τύχη τους άνοιξε διάπλατα την πόρτα κι αυτές τι είχαν κάνει; Απ’ όλες τις προοπτικές είχαν διαλέξει την πιο αποτυχημένη, κι ας είχαν με το μέρος τους όλες τις ευκαιρίες. Τώρα μαζεύαν τα κομμάτια τους και ζητούσαν συγχώρεση απ’ τη μάνα, γιατί ήξεραν πάντα πού να χτυπήσουν. Όπως και τότε... Είχαν ανακατώσει ολόκληρη οικογένεια με την ξαφνική φυγή τους, είχαν πληγώσει τους γονιούς, είχαν αναστατώσει τους θείους, και είχαν βάλει τον Ιωάννη να βγάλει το φίδι από την τρύπα για λογαριασμό τους, με τη δικαιολογία της νεότητας και της φιλοδοξίας. Και σα να μην έφτανε αυτό, όταν ήρθε η ώρα ν’ αποκατασταθούν, φέρθηκαν στους ίδιους τους του γονιούς σαν να ήταν τιποτένιοι, ανύπαρκτοι, ανάξιοι οποιασδήποτε αναγνώρισης. Και μετά... Μετά την παταγώδη αποτυχία τους, όχι μόνο προσπάθησαν να ξεζουμίσουν τους ανθρώπους που τους άνοιξαν έναν δρόμο στη ζωή, μα τους πρόσβαλαν και τους έφτυσαν σα σκουλήκια. Παντού τα είχαν θαλασσώσει, άλλωστε δεν θα μπορούσε να έχει γίνει κι αλλιώς... Το χτύπημα του Γιωργή συνέχιζε και θα ήταν αμείλικτο. Όμως έπρεπε να επιμένουν. Ποιος ήταν αυτός άλλωστε, να τις απορρίπτει; Και πού είχαν έρθει να ζητήσουν συγχώρεση; Στο σπίτι των γονιών τους είχαν έρθει. Τι δουλειά είχε ο Γιωργής ν’ ανακατώνεται; Πάντα του άρεσε να κάνει κουμάντο. Όμως, κι αυτές, πάντα έβρισκαν τον τρόπο να περνάει το δικό τους. Έτσι έπρεπε να γίνει και τώρα. Έπρεπε να πάνε λίγο με τα νερά του, να δείξουν ντροπή και μεταμέλεια, καταδεχτικότητα και συμπόνια, μέχρι να φτάσουν στη μάνα. Η μάνα ήταν αλλιώς, η μάνα σίγουρα θα τις συγχωρούσε... - Δε νομίζω πως είναι η κατάλληλη στιγμή για καβγάδες, Γιωργή, ξαναείπε η Σμαρούλα. Δεν ήρθαμε εδώ για να διαπληκτιστούμε. Ήρθαμε μόνο να δούμε τη μάνα. Νομίζω, άλλωστε, πως έχουμε το δικαίωμα να ‘ρθούμε στο σπίτι των γονιών μας. - Και να που για πολλοστή φορά, κάνεις λάθος! είπε ο Γιωργής με μεγάλη ευχαρίστηση που θα του δινόταν η ευκαιρία να τις πληγώσει. Το σπίτι αυτό, εδώ και λίγο 298 | Ανθρώπων Έργα | Τεύχος 6 | Απρίλιος 2015 Απρίλιος 2015 | Τεύχος 6 | Ανθρώπων Έργα | 299