Ανθρώπων Έργα Απρίλιος 2015 | Page 286

Άννα Βασιλειάδη-Δαρδάλη Και η τύχη βοηθάει τους άχρηστους Τα βλέπεις τα παιδιά μας απ’ το κρεββάτι σου, Αργύρη μου; Ελπίζω να είσαι αναπαυτικά, και να μην κρυώνεις. Φρόντισα να σε ντύσω καλά. Σε λίγο θ’ αγριέψει ο χειμώνας κι εσύ ‘χες πάντα τόσο κρύα πόδια Αργύρη μου. Σου ‘βαλα δυο ζευγάρια κάλτσες, από κείνες τις καλές, τις αγαπημένες σου. Δεν άφησα κανέναν άλλον να σε ντύσει, καλέ μου. Μια ολόκληρη ζωή μόνον εγώ σε περιποιόμουν. Δεν ήταν δυνατόν ν’ αφήσω τα ξένα χέρια, τα ψυχρά, ν’ αγγίξουν το κορμί σου. Λίγο η Λένη μας ήρθε να με βοηθήσει, μα κι αυτήν την έδιωξα απ’ το δωμάτιό μας. Αυτές οι στιγμές ήταν μόνον δικές μου. Σ’ έντυσα όπως εγώ ήξερα ότι σ’ άρεσε πάντα να ντύνεσαι. Σου ‘βαλα το κουστούμι το αγαπημένο σου, το καλό, εκείνο που λαχταρούσες για το γάμο της Λενιώς μας. Κρίμα που δεν πρόλαβες να το φορέσεις πρωτύτερα, σου πάει τόσο πολύ... Πάντα ήσουν όμορφος Αργύρη μου. Θυμάμαι όταν σε είδα εκείνη τη μέρα που ΄ρθες με τους γονείς σου για να δώσουμε λόγο. Ωραία τα ‘χατε μιλήσει εσείς με τους δικούς μου, κι εγώ ανίδεη περίμενα να δω τι μου μελλόταν. Αχ, πώς αγαλλίασε η καρδιά μου μόλις σε είδα. Ήλπιζα πάντα να ήσουν εσύ αυτός που θα ένωνα μαζί του τη ζωή μου, και το όνειρό μου έβγαινε αληθινό. Ήσουν πανέμορφος μες στο φτωχικό σου κουστούμι, σαν αρχαίος θεός. Από κείνη τη στιγμή κατάλαβα πως θα περνούσα μαζί σου μια ζωή γεμάτη αγάπη. Κι έτσι ήταν η ζωή μας, Αργύρη μου. Δυσκολευτήκαμε, δε λέω, πονέσαμε και ταλαιπωρηθήκαμε. Μα δεν ένιωσα ποτέ να μου λείπει η αγάπη. Ακόμη και μες στη μεγαλύτερη κούραση, ακόμη και στις μεγαλύτερες φτώχειες, στις πιο δυνατές απογοητεύσεις, η αγάπη σου ήταν πάντα εκεί, παρηγοριά και στήριγμα στην ψυχή μου. Αλήθεια, ένιωσες ποτέ πόσο πολύ σ’ αγάπησα, Αργύρη μου; Κατάλαβε