Αιθέρια παράθυρα της ψυχής και του νου- 3ος διαγωνισμός Αιθέρια παράθυρα-3ο τεύχος | Page 162

162
γιατί είχαμε φτάσει . Το μόνο πράγμα που έβλεπα ήταν ένα πλήθος κόσμου συγκεντρωμένο στη μέση μιας πλατείας και γύρω του Έλληνες πολίτες να δίνουν τρόφιμα και θεόρατες σακούλες με ρούχα . Παρατήρησα πως σε μία πινακίδα έγραφε « ΠΛΑΤΕΙΑ ΟΜΟΝΟΙΑΣ » και αναγνώρισα το κτήριο που δουλεύει ο μπαμπάς . Σκίρτησα από χαρά . Είχαμε έρθει στους πρόσφυγες για να τους βοηθήσουμε και εμείς με τη σειρά μας . Πλησιάσαμε … Από χιλιόμετρα μακριά θα μπορούσα να διακρίνω αυτό το γλυκύτατο κοριτσάκι , με τα μελαχρινά , σγουρά μαλλάκια της και τα καταγάλανα μάτια της να με κοιτάει με ένα απορημένο βλέμμα . Ο μπαμπάς , τότε , με ρώτησε εάν είχα αποφασίσει σε ποιον θα ήθελα να δώσω τα τρόφιμα . Χωρίς κανένα δισταγμό τού έδειξα την οικογένειά της . Πήγαμε κοντά τους και τους τα δώσαμε . Εκείνοι μας ευχαρίστησαν θερμά και μας είπαν πως αυτή μας την πράξη δεν θα την ξεχάσουν ποτέ . Τότε , άκουσα μια γλυκιά φωνούλα να μου λέει « ευχαριστώ ». Γύρισα και τότε ξαναείδα αυτό το κοριτσάκι που με κοίταζε από μακριά . Μου είπε και το όνομά της , Λαρίσσα . Με τράβηξε από το χέρι και με έβαλε να καθίσω σε μία κουβέρτα ξεφτισμένη και βρώμικη . Δεν με πείραξε , άλλωστε ήξερα πως δεν είχε τη δυνατότητα να αγοράσει άλλη . Χωρίς να τη ρωτήσω τίποτα άρχισε να μου διηγείται τη δική της ιστορία . Μου είπε πως έμενε σε μια από τις καλύτερες γειτονιές της πόλης της και πως πήγαινε σε ιδιωτικό σχολείο , αλλά και πως όλες τις φίλες της τις έχασε από τότε που εισέβαλλαν στα σπίτια τους και τους έδιωξαν οι στρατιώτες . Με το ζόρι κρατιόμουν να μη βάλω τα κλάματα . Ακόμα , μου μιλούσε για το πώς περνούσε την καθημερινότητά της , τι έκανε τα Σαββατοκύριακα , για τις παραδόσεις του τόπου της , τα ήθη και τα έθιμά τους και τέλος για τα παραδοσιακά φαγητά και τη θρησκεία τους . Όσο περνούσε η ώρα , γνωριζόμασταν όλο και καλύτερα και εγώ της έλεγα πώς είναι εδώ στην Ελλάδα και πώς περνάω τον χρόνο μου , αν μου αρέσει το σχολείο και της εκμυστηρεύτηκα και αρκετά μυστικά μου , όπως και εκείνη άλλωστε . Άκουσα τον μπαμπά να με φωνάζει για να φύγουμε . Τον παρακάλεσα να καθίσουμε λίγο ακόμα , αλλά εκείνος ανένδοτος . Στενοχωρηθήκαμε και οι δύο πολύ και τότε μας είπε πως θα ξαναπηγαίναμε και το άλλο Σάββατο για να φέρουμε και τα ρούχα . « Ευτυχώς », είπε η Λαρίσσα . « Τα λέμε το άλλο Σαββατοκύριακο λοιπόν » της είπα . Γύρισα σπίτι όλο χαρά . Η μαμά με ρώτησε τι έγινε και της τα είπα γρήγορα , γιατί ήμουν πολύ κουρασμένη και έπρεπε να κοιμηθώ , γιατί την επόμενη μέρα είχα σχολείο . Ούτε που κατάλαβα πότε έφθασε η Παρασκευή . Το ξυπνητήρι χτύπησε στις 9:00 και αμέσως άρπαξα τις σακούλες με τα ρούχα , ντύθηκα και πάλι πρώτη και περίμενα τον μπαμπά για να φύγουμε . Κάναμε τη γνωστή διαδρομή