Αιθέρια παράθυρα της ψυχής και του νου- 3ος διαγωνισμός Αιθέρια παράθυρα-3ο τεύχος | Page 149

38 . Η ομορφιά της ψυχής , Κορομηλά Μαρία-Σταματίνα , Σ . Σ . Αυγουλέα Λιναρδάτου
149
Κατά τη διάρκεια της ζωής μας έχουμε συναντήσει πολλούς ανθρώπους και έχουμε αναπτύξει δεσμούς φιλίας μαζί τους . Άλλοι μας « σημάδεψαν » με την παρουσία τους , άλλοι απλώς ήταν λιγότερο σημαντικοί για εμάς . Έτσι έγινε και μ΄ εμένα , μία ιστορία φιλίας που έμελλε να κρατήσει για πάντα . Ήταν καλοκαίρι και όπως κάθε χρόνο είχαμε πάει στο χωριό του πατέρα μου για να απολαύσουμε τον ήλιο και τη θάλασσα . Έχοντας μεγαλώσει αρκετά απέφευγα να κάθομαι με τους γονείς μου και συνήθιζα να κάνω βόλτες ή να κάθομαι στους βράχους του μικρού λιμανιού και να ατενίζω το απέραντο γαλάζιο . Η ηρεμία της θάλασσας γαλήνευε την ψυχή μου . Ένιωθα σαν να ταξιδεύω , ώσπου κάποια στιγμή του φανταστικού ταξιδιού μου ένας εκκωφαντικός ήχος παιδικής τσιρίδας με προσγείωσε ανώμαλα στην πραγματικότητα . Γυρίζω το κεφάλι μου και βλέπω ένα κορίτσι καχεκτικό με σιδεράκια , ανακατεμένα και αχτένιστα μαλλιά , Μαρία την έλεγαν . Μου φάνηκε πως στην όψη της υπήρχε κάτι που την έκανε περίεργη , διαφορετική . Κατάλαβε ότι την κοιτάω και μου χαμογέλασε τόσο πλατιά που φάνηκε όλη η οδοντοστοιχία της . - « Γεια σου », μου είπε . - « Θες να καθίσουμε μαζί ;». Με ένα απότομο βλέμμα και ένα παγωμένο χαμόγελο της απάντησα όχι . Λυπημένη με κοίταξε και έφυγε . Κάθε μέρα ερχόταν και μου έλεγε το ίδιο πράγμα . Άλλες φορές έμενε δίπλα μου και μιλούσε μόνη της , αφού σχεδόν ποτέ δεν άκουγα τι μου έλεγε , άλλες πάλι κατέβαζε το κεφάλι και έφευγε . Ίσως να ήμουν λίγο σκληρή , αλλά δεν ήθελα ποτέ να με δουν να κάνω παρέα με ένα τόσο περίεργο πλάσμα , που καμία σχέση δεν είχε με τα κορίτσια της ηλικίας μου . Μια μέρα και έχοντας τσακωθεί με τους γονείς μου αποφάσισα να ακολουθήσω άλλη διαδρομή από την πλευρά του βουνού . Εκεί είδα πάλι μπροστά μου τη Μαρία . Δυσανασχέτησα για μια στιγμή . Η Μαρία με κοίταξε , αλλά αυτή τη φορά δεν μου μίλησε . Όσο κι αν παραξενεύτηκα συνέχισα τον δρόμο μου . Κάθισα σε ένα ξέφωτο και κοιτούσα τον συννεφιασμένο ουρανό . Τότε , μια ανθοδέσμη πέρασε μπροστά από τα μάτια μου και η ατμόσφαιρα πλημύρισε από αρώματα . Σηκώθηκα και ήταν η Μαρία - « Για εμένα ;» την ρώτησα . - « Ναι , δεν μου αρέσει να σε βλέπω στενοχωρημένη » μου απάντησε . « Μα καλά » σκέφτηκα « πώς κατάλαβε ότι είμαι στενοχωρημένη ;». - « Μην αναρωτιέσαι » μου είπε « ορισμένοι άνθρωποι μπορούν να δουν από τα μάτια τι συμβαίνει στην ψυχή μας , αρκεί να τους ενδιαφέρει ». Το βλέμμα της Μαρίας ήταν γεμάτο