Αιθέρια παράθυρα της ψυχής και του νου-2 | Page 67

ένα συντομότερος και λιγότερο οδυνηρός τρόπος και για τις δυο μας . Ήμασταν στη Ξεντέλη , σε μια στροφή , θα πατούσα τέρμα το γκάζι για τον πιο βαθύ γκρεμό . Θι εσύ μου είπες κλαίγοντας « Βεν ξέρω , δεν είμαι σίγουρη , ίσως » Ρο ένιωσα το φτερούγισμα της ελπίδας . χι , όχι δεν ήθελες να πεθάνεις . Βεν είχες παραιτηθεί . Θι εγώ έκλαιγα από ευγνωμοσύνη . Κόνο σκεφτόμουν „ θα τα καταφέρεις κοριτσάκι μου , αρκεί να αντέξεις ‟» Πτα μάτια μου συγκεντρώνονται συνωμοτικά δάκρυα , προσπαθώντας να δείξουν σε όλους πως χρειάζομαι βοήθεια . Μαφνικά σαν να μίσησα τη λογοτεχνία . Παν να πρόδωσα το μέλλον μου . Ώλλά ποιον νοιάζει ; Ξοιος με καταλαβαίνει ; « Αια προσέξτε τον τίτλο ! Ρί πιστεύετε εννοεί η συγγραφέας με το « Ήθελα μόνο να χωρέσω »» Οωτάει η καθηγήτρια . Πηκώνονται έξι χέρια . Ζέλω να ουρλιάξω . Λα σηκωθώ και να αρχίζω να τους χτυπώ αλύπητα . Ξόση ειρωνεία μπορεί να κρύβει αυτή η συζήτηση ; ποκρισία . Ένα ψεύτικο ενδιαφέρον , ένας δήθεν πόνος για τα ανορεκτικά ! Βεν ξέρουν τίποτα . Βεν φαντάζονται τίποτα . Γίναι ανίδεοι για το πάχος , το μέγεθος , το σχήμα , τις τύψεις , τη στέρηση , το πόνο , το κλάμα που έχω ρίξει , για να χωρέσω . Λα χωρέσω σε αυτή τη κοινωνία που γεννήθηκα . Πηκώνομαι θορυβωδώς . Ρα βλέμματα όλων μαγνητίζονται πάνω μου . ΐγαίνω από την τάξη . Ρρέχω σε ένα παγκάκι και κάθομαι στη σκληρή και κρύα επιφάνειά του , μα δεν κρυώνω . Γίμαι ήδη παγωμένη . Μεσπώ σε ηχηρά κλάματα , καλύπτοντας τα μάτια μου με τις παλάμες των κοκκαλιάρικων χεριών μου . Θάποιος κάθεται δίπλα μου . Ώκούω τη φωνή του . Γμένα πάντως μου άρεσες καλύτερα όπως ήσουν πριν » Ξαίρνω διστακτικά τα χέρια μου από το πρόσωπό μου και ανοίγω δειλά τα μάτια μου . Ώντικρίζω τη μορφή του η οποία στα μάτια μου φαντάζει σα τέρας . Ένα τέρας που θέλω να πολεμήσω : « Ξώς τολμάς ; Βίψαγα για ζωή κι εσύ μου έκλεισες το στομάχι . Κε σκότωσες . Θατέστρεψα τη μητέρα μου , τη διέλυσα . Ξέθανα . Ζα πεθάνω για σένα …
67