Αιθέρια παράθυρα της ψυχής και του νου-2 | Page 54

πως μόνο εσένα σε στοίχειωσε εκείνη η νύχτα ;», γέλασε περιφρονητικά . « Βυο μέρες έκανα να τον βρω . Ένα πρωί ξύπνησα και βρήκα το πτώμα του να κολυμπάει κοντά στα ύφαλα του πλοίου . Νρκίστηκα στον εαυτό μου πως αν σε έβρισκα μπροστά μου θα σε σκότωνα . Λόμιζα πως έτσι θα ησυχάσω , όμως εχτές το βράδυ κατάλαβα πως δεν έχει νόημα . Πε τι έφταιξες κι εσύ μωρέ , για να πληρώσεις ; Πε τίποτα . Θανείς απ ‟ τους δυο σας δεν έφταιξε . Κονάχα εγώ φταίω . Πώπα , μη λες κουβέντα . Γγώ φταίω . Κού είχε πει το παιδί μου „ πατέρα , πάρε με ναύτη , να δουλέψω ‟, αλλά δεν τον άφησα , τάχα πως θα τον προστάτευα από τις κακές συνήθειες του λιμανιού . Ρον έστειλα στο Ώμβούργο να δουλέψει , τρομάρα μου . Βεν ήξερα πως του είχα περάσει την αρρώστια στο αίμα του . Έμπλεξε κι εκείνος με τη γοητεία της παρανομίας . Θάθε φορά που περνούσα από το Ώμβούργο συναντούσα έναν άνθρωπο όλο και πιο αντίθετο στις αρχές που του δίδαξε η μάνα του . Αι ‟ αυτό εκείνη τη νύχτα έγινε ό , τι έγινε . Αι ‟ αυτό σου επιτέθηκε . Θι όλ ‟ αυτά συνέβησαν , επειδή εγώ δεν μπορούσα να ξεφύγω από την πλάνη της καλοπέρασης . Νύτε μπορούσα , ούτε ήθελα . Έχασα το παιδί μου , επειδή ήμουν ανάξιος να το μεγαλώσω σωστά . Κάζεψα , λοιπόν , τα κομμάτια μου απ ‟ τις πέντε ηπείρους και βγήκα στη σύνταξη , περιμένοντας τόσα χρόνια , για να σε συναντήσω . Ττες που σε είδα , κατάλαβα για πρώτη φορά ποιος φταίει », είπε και σκούπισε με τα γυμνά του χέρια τα ζαρωμένα του μάγουλα . « Πήκω και φύγε τώρα , αγόρι μου και κοίτα να φτιάξεις τη ζωή σου . Ών είναι να σωθεί κάποιος , ας είσαι εσύ . Γγώ ξόφλησα εκείνη τη νύχτα . Ριμωρούμαι γι ‟ αυτή κάθε βράδυ στον ύπνο μου », ψέλλισε με τρεμάμενη φωνή ενώ κοίταζε στο κενό .
Βεν είχα τι να πω . Πηκώθηκα από τη θέση μου κι έκανα να ακουμπήσω τον ώμο του , μα δίστασα . Ρράβηξα αμέσως το χέρι μου πίσω . Ξήρα στον ώμο μου το παλιό παλτό που μου είχε χαρίσει , τον κοίταξα για λίγα δεύτερα μήπως καταφέρουν οι ξέμπαρκες λέξεις που πλημμύριζαν το νου μου να σχηματιστούν , μα δεν τα κατάφερα . Έτσι , έφυγα .
54