Αιθέρια παράθυρα της ψυχής και του νου-2 | Page 195

10 . ΣΟ ΟΝΟΜΑ ΙΡΙΔΑ , Λυδίας Λιναρδάκη
Ζυμάμαι ότι ήταν όμορφη , καλή , ευγενική , έξυπνη και φιλική . Ζυμάμαι ότι της άρεσε να ζωγραφίζει , να ακούει μουσική , να χορεύει και να μονολογεί . Ζυμάμαι ότι λάτρευε τον χειμώνα , το χιόνι , την άνοιξη και τα λουλούδια . Ρην έλεγαν Ίριδα . Ώλλά όλα αυτά δεν αρκούν για να τη ξαναβρώ . Έχουν περάσει δέκα χρόνια από τότε . ΐρισκόμουν σε μια καφετέρια . Έπινα τον καφέ μου όπως κάθε πρωί . Γίναι ένα κομμάτι της καθημερινότητάς μου . Βιάβαζα την εφημερίδα μου . Καθαίνω τι συμβαίνει στον κόσμο . Ρα πολιτικά , τα κοινωνικά , τα αθλητικά . Κε τη σειρά . Κε ενδιαφέρουν όλα . Ν ήλιος μόλις είχε ανατείλει . Ε ομορφότερη ώρα της μέρας . Ε στιγμή που ο ουρανός από σκούρος μπλε γίνεται ρόδινος . Καγικά ! Γκείνη ακριβώς τη στιγμή εμφανίστηκε στη πόρτα του καταστήματος , μια κοπέλα μικροκαμωμένη , ξανθιά , με μεγάλα καστανά μάτια και φακίδες . Ήρθε προς το μέρος μου . « Πυγγνώμη , μπορώ να καθίσω ;» με ρώτησε . Θούνησα το κεφάλι καταφατικά . Ρης χαμογέλασα αμήχανα . « Γυχαριστώ …» μου απάντησε , « δεν θα ενοχλήσω , απλά πρέπει να γράψω κάποια πράγματα και δεν υπάρχει άδειο τραπέζι ». Αύρισα το βλέμμα μου τριγύρω και διαπίστωσα πως πραγματικά όλα τα τραπέζια ήταν γεμάτα . Θάθισε . Άνοιξε ένα τετράδιο και άρχισε να γράφει . Ρην παρατηρούσα καθώς έγραφε μανιωδώς και τα μαλλιά της ατίθασα έπεφταν μπροστά και την εμπόδιζαν . Ρο κατάλαβε , σήκωσε το κεφάλι , μου χαμογέλασε , το πρόσωπό της φωτίστηκε ολόκληρο και τότε η καρδιά μου σταμάτησε . « Γίμαι η Ίριδα …» είπε κεφάτα και μου άπλωσε το χέρι . Ήμουν ακόμα προσηλωμένος στο χαμόγελό της , άργησα να συνέλθω και δεν πρόλαβα να προφέρω λέξη , ούτε καν να αγγίξω το χέρι που μου έτεινε . Ν θόρυβος που ακούστηκε ξαφνικά χάλασε τη στιγμή . Ρο χέρι απομακρύνθηκε , το χαμόγελο έσβησε και εκείνη είχε αρχίσει ήδη να μαζεύει τα πράγματά της . Ν θόρυβος ήταν από το ρολόι της και δεν μπορούσα να καταλάβω γιατί όλος αυτός ο συναγερμός αξημέρωτα σχεδόν .
195