Αιθέρια Παράθυρα της ψυχής και του νου | Page 53

Ν Ώίαντας δεν είπε τίποτα, μόνο έλουσε τον Ιευτέρη με καυτό καφέ μπροστά στον θείο του. Κέσα σε μισή ώρα ήταν στο δρόμο με μια δουλειά λιγότερη και μια παχυλή αποζημίωση στις τσέπες του. Ήξερε ακριβώς που ήθελε να πάει. Ν τύπος στο μαγαζί με τις μηχανές ήταν στην αρχή έκπληκτος, επειδή ο Ώίαντας δεν έμοιαζε και πολύ με μηχανόβιο αλλά του έδωσε αυτό που ήθελε, για «ένα τριχίλιαρο, παλιά και μεταχειρισμένη είναι». Θαι έτσι είχε την πορτοκαλί Knucklehead της βιτρίνας στα πόδια του. Κόνο ένα τελευταίο πράγμα του έμενε. Ξήρε τηλέφωνο την Ώνδριάνα και την ρώτησε αν κάνει κάτι αυτή τη στιγμή. Γίπε «όχι». Θαι έτσι βρέθηκε κάτω από το σπίτι της να κορνάρει. Κόλις είδε την μηχανή, έπαθε κάτι ανάμεσα σε νευρικό κλονισμό και υπερβολική έκφραση χαράς… - Ξου πάμε τον ρώτησε; αφού ανέβηκε πάνω στην μηχανή. Έχει σημασία; ΋χι… «΢ήμερα έκανα εξαντλητική δουλειά. Σο πρωί έβγαλα ένα κόμμα από το κείμενό μου και το βράδυ το ξανάβαλα». George Orwell Αλέκος Φασιανός 45