Αιθέρια Παράθυρα της ψυχής και του νου | Page 21

πάνω στο πλαστικό τραπεζάκι, οι γυμνοί καρποί τους μελανιασμένοι και σημαδεμένοι από βελόνες. Ρα μάτια της Λεφέλης μισάνοιξαν και τα μουδιασμένα χείλη της κουνήθηκαν, σχηματίζοντας ένα πλάγιο χαμόγελο, ο Ώλέξανδρος με κόκκινα μάτια της το ανταπέδωσε. «Ρη βλέπω Λεφέλη, τη βλέπω! Γίναι τόσο όμορφη, σαν νεράιδα…» Ε Λεφέλη χαχάνισε. «Θι εγώ τον βλέπω, τι υπέροχο χαμόγελο που έχει, έτσι, Ώλέξανδρε;» Ν Ώλέξανδρος σηκώθηκε ζορίζοντας τα πόδια του να σταθούν. Ρης άπλωσε το χέρι και η κοπέλα το έπιασε χαμογελώντας ακόμα. «Λα...» την κράτησε στην αγκαλιά του κάνοντάς της μια αδέξια στροφή και κουνώντας τους γοφούς τους απαλά άρχισαν να χορεύουνε βαλς. «Γίσαι τόσο όμορφη Ταρά…» ο Ώλέξανδρος χαζογέλασε. «Θι εσύ είσαι όμορφος, Ώχιλλέα...» Νι δυο τους κάτω από τα λαμπερά αστέρια, δίπλα στην παγωμένη θάλασσα και πλάι πλάι με το θάνατο, έδωσε ο ένας στον άλλο το χέρι.« «Θι άλλο;» η Λεφέλη τον κοίταξε ζαλισμένη. «Τμμ...» Ρο ένα χάπι έγινε δύο, τα δύο έγιναν τρία και τα τρία έγιναν δεκάδες. Έχαναν τον εαυτός τους και αφήνονταν να πέσουν και να καταλήξουν στον πάτο, βούλιαξαν τις ψυχές τους με καραμέλες και βελόνες, με κρακ και σάσι. Έγιναν κάποιοι άλλοι, άλλαξαν τον εαυτό τους και έγιναν όποιοι αυτοί επιθυμούσαν. Ίσως η Λεφέλη να είναι μια πριγκίπισσα και ο Ώλέξανδρος κάποιος σύγχρονος ήρωας . Ίσως η Λεφέλη να βρίσκεται στην αγκαλιά του Ώχιλλέα και ο Ώλέξανδρος να έχει στην αγκαλιά του τη Ταρά, τη δική του Ταρά, την χαρά που του έκλεψε ο θάνατος και που στην τελική ο ίδιος έδωσε τον εαυτό του σε αυτόν. Ν κόσμος είναι σκληρός και απάνθρωπος, άνθρωποι που ένιωσαν στο πετσί τους τον πόνο, την απώλεια, την εξαθλίωση, την ασχήμια υπάρχουν μπροστά στα μάτια μας. Κια βόλτα στο κέντρο της Ώθήνας θα σου ανοίξει τα μάτια, θα δεις ότι τίποτα δεν είναι τέλειο. Άντρες και γυναίκες έκαναν τους δρόμους σπίτι τους, καλωσόρισαν χωρίς καμία άλλη επιλογή το κρύο και την ασιτία. Κπορεί μία απλή περιέργεια να σε κάνει να καταλήξεις σε δύσκολα μονοπάτια, σε μονοπάτια αδιέξοδα. «Ζα τα πούμε, Ώλέξανδρε...» η κοπέλα ψιθύρισε. «Ζα τα πούμε, Λεφέλη...» Ν Ώλέξανδρος έκλεισε τα μάτια. Νι ναρκομανείς στην Γλλάδα έχουν ξεπεράσει τους 22.000, πριν τους δεις στο δρόμο και τους χλευάσεις, κλείσε τα μάτια και φαντάσου τον εαυτό σου στην θέση τους, κλείσε τα μάτια, απλά κλείσ‟ τα. Ξεριγράφει την αίσθηση: «Παν να σπινιάρεις πάνω στον πάγο, μόνο που αν είσαι φτωχός, κάποια στιγμή ο πάγος σπάει και όλα όσα νόμιζες ότι ήταν όμορφα καταστρέφονται», Λίκος , ένας από τους χιλιάδες ναρκομανείς. «Το γράψιμο δεν είναι τίποτε άλλο από ζνα κατευθυνόμενο όνειρο», Μπόρχες 21