4os _αιθέρια παράθυρα της ψυχής και του νου aitheriaparathira | Page 89

κάποιου ξεχασμένου αναγεννησιακού καλλιτέχνη. Θυμόταν με εξαιρετική διαύγεια τα κουρασμένα από την άγρια μάχη με τους ανέμους, σαθρά παραθυρόφυλλα και τα πάντα περιποιημένα παρτέρια. Είχε κρατήσει αυτή την εικόνα απείραχτη στο μυαλό του σαν κειμήλιο και ιερή παρακαταθήκη, προστατευμένη από κάθε είδος βεβήλωσης. Γνώριμες φωνές ακούστηκαν από την είσοδο. Οι διαφορετικές χροιές τους μπλέκονταν ευχάριστα και σαν μαγικός αυλός τον τραβούσαν προς το μέρος τους. Δίπλα στην πόρτα με το βαρύ ρόπτρο της, στέκονταν οι παιδικοί του φίλοι. Οι εφηβικοί του φίλοι. Οι πραγματικοί του φίλοι που τόσο βίαια είχε διαγράψει από την μνήμη του. Έμεινε να τους κοιτάζει ασκαρδαμυκτί, μην μπορώντας να αρθρώσει λέξη. Νόμιζε πως ήταν αποκυήματα της φαντασίας του, άσαρκα πλάσματα που είχαν έρθει για να τον πληγώσουν. Αλλά όχι, ήταν μπροστά του, και με χαμόγελα στα πρόσωπα τους, ήταν έτοιμοι να τον υποδεχτούν. Η Μυρτώ, με τα όμορφα πράσινα μάτια της και την λεπτοκαμωμένη εύθραυστη σιλουέτα της. Ο Άρης, με τον καλόκαρδο χαρακτήρα του και την περήφανη κορμοστασιά του. Και ο Ορέστης, με τα μακριά του μαλλιά και τις πάντα γυαλισμένες μπότες του- κατάλοιπο από την διαμονή του στην Σκοτία και την γνωριμία του με ένα παλιομοδίτη συγγενή του- που τον έκαναν να μοιάζει σαν χαρακτήρας από τα βιβλία της Τζέιν Όστιν. Ο ίδιος τους είχε αποδιώξει. Δεν μπορούσε να τους εντάξει στο πολύωρο εργασιακό του πρόγραμμα, και τους θεωρούσε απόσπαση από τα εργασιακά του καθήκοντα. Αρνιόταν πεισματικά την βοήθεια τους και τους ταπείνωνε με τα υπεροπτικά του σχόλια. Σύντομα κατάλαβε πόσο τους χρειαζόταν. Μα τότε ήταν αργά. Δεν τολμούσε να πληκτρολογήσει τους αριθμούς τους στο τηλέφωνο μετά από τόσα χρόνια αδικαιολόγητης σιωπής. 89