4os _αιθέρια παράθυρα της ψυχής και του νου aitheriaparathira | Page 88

την φλόγα στα μάτια που είναι τόσο χαρακτηριστική στους νέους ανθρώπους, ποια ήταν η περίσταση. Αλλά πριν προλάβει να απαντήσει, το κατάλαβε. Ήταν η μέρα που είχε αρχίσει την δουλειά του. Η ημέρα που θα άρχιζε μια λαμπρή και ανούσια σταδιοδρομία. Η αρχή του τέλους. Ένιωσε να τον πλημμυρίζει ένα αίσθημα θλίψης και μαζί με την έκπληξη που του προκαλούσε το γεγονός της παρουσίας του στο πατρικό του σπίτι, μεγάλωνε ακόμη περισσότερο η παραφορά του. Αλλά με μια αποφασιστικότητα που νόμιζες πως ξεπερνούσε τα ανθρώπινα όρια, αποφάσισε να εκμεταλλευτεί την ευκαιρία που τόσο περίεργα του δόθηκε από την Θεία Πρόνοια. Έτσι, αναφώνησε ξαφνικά « Μαμά θα έρθεις στο σπίτι μου» . Η μητέρα του μην μπορώντας να καταλάβει την ενδόμυχη επιθυμία του γιού της, του έριξε ένα περίεργο βλέμμα, η έκπληξη φανερή στα χαρακτηριστικά της. Ο Ορφέας ,όμως ήξερε τι έκανε. Παρόλη την έκσταση του δεν είχε αποχωριστεί ούτε για λίγο την λογική του. Ευχαριστημένος με την επιλογή του και χαρούμενος που θα περνούσε όσο χρόνο απόμενε με την μητέρα του, χωρίς να την αφήσει στα αδυσώπητα χέρια της μοίρας, ένιωθε πως μεταρσιωνόταν και μεταφερόταν σε έναν άλλο ονειρικό κόσμο. Ξαφνικά, ακούστηκε ο βαρύς ήχος του κουδουνιού. Ακόμα δεν είχε συνηθίσει στην ιδέα πως βρισκόταν στο σπίτι όπου μεγάλωσε. Ένα σπίτι που αγάπησε. Που είχε αρνηθεί πεισματικά να επισκεφτεί για πάνω από είκοσι χρόνια, λόγω των δυσάρεστων αναμνήσεων μετά την απώλεια της μητέρας του. Η ίδια εκείνη την στιγμή πήγε να ανοίξει την πόρτα, ενώ εκείνος χάζευε τα μικρά μαρμάρινα αγαλματίδια κοντά στην ταλαιπωρημένη ξύλινη σκαλιστή σκάλα που τόσες φορές είχε διασκεδάσει γλιστρώντας στην κουπαστή της. Το πατρικό του σπίτι ήταν ένα αρχοντικό νεοκλασικό κτίριο. Χωμένο μέσα στα θρασεμένα δέντρα του μεγάλου κήπου φάνταζε με ξεθωριασμένη παλλαϊκή ζωγραφιά 88