"25th hour" project | Page 599

“25th hour” project Την 12η Ώρα έφτιαξε τα ρολόγια. Την 13η Ώρα έφτιαξε τα τρένα και τα πλοία. Την 14η Ώρα πείνασε κι έπλασε βουνά από ζεστά ψωμιά κι εκατομμύρια από μπάρες σοκολάτας. Τέλειωσε πίνοντας έναν ωκεανό από γάλα. Την 15η Ώρα κουράστηκε κι αρπάζοντας μερικά σύννεφα που έτρεχαν βιαστικά μπρος στα μάτια του, έφτιαξε τα μπαμπακένια μαξιλάρια, γεμίζοντάς τα με πούπουλα από κάτασπρες χήνες. Την 16η Ώρα δίψασε και θρυψαλιάζοντας στο παντοδύναμο χέρι Του μερικές χιλιάδες κόκκους, έφτιαξε τον πιο μυρωδάτο καφέ, στο νερό ενός θερμοπίδακα. Την 17η Ώρα νοστάλγησε κι έφτιαξε έναν άσπρο κύκνο, για να ακούσει το λυρικό, επιθανάτιο τραγούδι του. Την 18η Ώρα έφτιαξε μια άρπα, ένα πιάνο, ένα βιολί, ένα σαξόφωνο, ένα κλαρινέτο, κι όταν τα είδε να τον κοιτούν με απορία, πασπάλισε από πάνω τους μαύρες, παιχνιδιάρες, βραχνές νότες κι εκείνα άρχισαν να παίζουν τζαζ και σουίνγκ και γκόσπελ. Ω, Λορντ, γιέ! Την 19η Ώρα άρχισε να φτιάχνει μικρά σπιτάκια κι έκανε μια πόλη τόση όμορφη που άρχισε να κλαίει και το δάκρυ να στάζει πάνω της. Σταμάτησε λίγο πριν την βυθίσει ολότελα κάτω απ’ το νερό. Την είπε Υδροτία και μόνο πολύ αργότερα ονομάστηκε οριστικά πια, Βενετία. Την 20η Ώρα έφτιαξε ένα πλήθος από ζεστές μηλόπιτες, αχτένιστα κανταΐφια, κριτσανιστούς μπακλαβάδες, τρυφερούς λουκουμάδες κι από πάνω έβαλε τεράστιες μισό-λιωμένες μπάλες από παγωτό βανίλια. Την 21η Ώρα έστυψε λεμόνια και πορτοκάλια, έξυσε θυμάρι, δενδρολίβανο και ίασμο, έτριψε ξύλο κανέλας και κέδρου, τ’ ανακάτεψε όλα αυτά με άγιο μύρο κι έτσι απόσταξε το πρώτο άρωμα. Την 22η Ώρα έφτιαξε το όστρακο, τον πάπυρο και το χαρτί κι έκατσε να υπολογίσει πόσο του στοίχισε ως τότε η πλάση. Ελάχιστα! Μα, του περίσσεψε τόση γραφική ύλη που έφτιαξε την ποίηση γράφοντας, «Χάος ήν. Κ